Γεώργιος Γρίβας Διγενής

grivas55

 Ο Γεώργιος Γρίβας – Διγενής γεννήθηκε στις 6 Ιουλίου 1897 στη Χρυσαλινιώτισσα στη Λευκωσία και τα νεανικά του χρόνια τα έζησε με την οικογένειά του στο Τρίκωμο.

Μετά την αποφοίτησή του από το Παγκύπριο Γυμνάσιο το 1915, πήρε την απόφαση να γίνει αξιωματικός του ελληνικού στρατού. Το 1916, μετά από εξετάσεις, γράφτηκε στη Σχολή Ευελπίδων. Στον ελληνικό στρατό είχε λαμπρή καριέρα και έφτασε μέχρι τον βαθμό του συνταγματάρχη.

Έλαβε μέρος με τον βαθμό του ανθυπολοχαγού στη Mικρασιατική Eκστρατεία, όπου και διακρίθηκε, καθώς και στις μάχες εναντίον των Ιταλών κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Την περίοδο της γερμανικής κατοχής δημιούργησε την οργάνωση «Χ», που έδρασε εναντίον των Γερμανών.

Στο μεταξύ ως Κύπριος, ο Γεώργιος Γρίβας παρακολουθούσε τα γεγονότα στην ιδιαίτερή του πατρίδα. Μετά το Ενωτικό Δημοψήφισμα τον Ιανουάριο του 1950 και την άρνηση των Άγγλων να παραχωρήσουν το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης στον Κυπριακό λαό ήταν φανερό ότι δεν υπήρχε άλλη επιλογή στους Κυπρίους παρά ο ένοπλος αγώνας.

Ο Γεώργιος Γρίβας μετέχει σε μυστική οργάνωση με πρωτεργάτες τον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου Μακάριο Γ´, τους αδελφούς Σάββα και Σωκράτη Λοϊζίδη και μερικούς άλλους. Το 1951 επισκέπτεται την Κύπρο και μελετά επί τόπου την όλη κατάσταση.

Στις 3 Οκτωβρίου 1952 επισκέπτεται ξανά την Κύπρο, κάνει αρκετές επαφές και θέτει τα θεμέλια της οργάνωσης της ΕΟΚΑ με βάση την οργάνωση Νεολαίας

Π.Ε.Ο.Ν. (Παγκύπρια Εθνική Οργάνωση Νεολαίας) και την Ο.Χ.Ε.Ν. (Ορθόδοξος Χριστιανική Οργάνωση Νέων).

Στις 7 Μαρτίου 1953, στην Αθήνα, μαζί με τα άλλα 11 μέλη της Δωδεκαμελούς Επιτροπής, μεταξύ των οποίων και ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος Γ΄, δίνει τον όρκο για αγώνα απελευθέρωσης της Κύπρου, που είναι γνωστός ως ο Όρκος των Δώδεκα.

Στις 10 Νοεμβρίου 1954, το ιστιοφόρο «Σειρήν», ύστερα από ένα περιπετειώδες ταξίδι φτάνει στην Κύπρο και μεταφέρει τον Γεώργιο Γρίβα Διγενή. Τον Διγενή συνόδευαν ο Σωκράτης Λοϊζίδης και ο Νότης Πετροπουλέας. Από τούτη τη στιγμή ο Γεώργιος Γρίβας αναλαμβάνει Αρχηγός της μυστικής Οργάνωσης Ε.Ο.Κ.Α.

Αγωνίζεται κάτω από τις πιο αντίξοες συνθήκες για τέσσερα ολόκληρα χρόνια και παρά τις κακουχίες και τα ανυπέρβλητα εμπόδια, την έλλειψη μέσων και στρατιωτικού υλικού και την υπεροχή των Άγγλων που είχαν τα πάντα στη διάθεσή τους, κατόρθωσε να οδηγήσει την ΕΟΚΑ σε ένα νικηφόρο αγώνα.

Ο αγώνας κατέληξε στις συμφωνίες Ζυρίχης- Λονδίνου που υπέγραψε η πολιτική ηγεσία της Ελλάδας και ο πολιτικός Αρχηγός της Κύπρου Αρχιεπίσκοπος Μακάριος. Με την υπογραφή των συμφωνιών ο Αρχηγός της ΕΟΚΑ αναγκάζεται να φύγει από την Κύπρο και να επιστρέψει στην Ελλάδα.

Τον Οκτώβριο του 1959 πραγματοποιήθηκε στη Ρόδο συνάντηση του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου και του Στρατηγού Διγενή, για να αρθούν οι διαφωνίες που προέκυψαν ανάμεσα στους δύο άνδρες σε σχέση με την εφαρμογή των Συμφωνιών Ζυρίχης-Λονδίνου. Ο Διγενής αλλά και μεγάλη μερίδα των αγωνιστών δεν ήταν ικανοποιημένοι από αυτές τις Συμφωνίες. Ο Αρχηγός της ΕΟΚΑ διαφωνούσε έντονα ιδιαίτερα στο θέμα της εδαφικής έκτασης των Βρετανικών Βάσεων. Ο Διγενής ζητούσε ουσιαστική μείωση του κυπριακού εδάφους που θα περιερχόταν υπό αγγλικό έλεγχο.

Το 1960 ο Διγενής παρακινούμενος από Ελλαδίτες πολιτικούς, μεταξύ των οποίων και ο Σοφοκλής Βενιζέλος, αποφάσισε να ηγηθεί πολιτικού κινήματος με την ονομασία «Κίνηση Εθνικής Αναδημιουργίας». Ο Διγενής με την ίδρυση του ΚΕΑ στόχευε στην ανάληψη της εξουσίας της Ελλάδας και στην εφαρμογή μιας πολιτικής που θα οδηγούσε στη σωτηρία του Κυπριακού Ελληνισμού. Πολύ σύντομα, όμως, ο Διγενής απογοητευμένος, ιδιαίτερα από εκείνους τους πολιτικούς που τον παρακίνησαν στην πολιτική του πρωτοβουλία, εγκατέλειψε την προσπάθεια για ίδρυση πολιτικής κίνησης.

Στο μεταξύ στην Κύπρο, μετά την υποβολή των 13 σημείων αναθεώρησης του Κυπριακού Συντάγματος που υπέβαλε προς τους Τουρκοκυπρίους και την Άγκυρα ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος, ξεσπούν διακοινοτικές συγκρούσεις, τον Δεκέμβριο του 1963 με απροκάλυπτη ανταρσία των Τουρκοκυπρίων και με κίνδυνο το νησί να οδηγηθεί στη διχοτόμηση.

Κάτω από αυτά τα δραματικά γεγονότα πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα στις 27 Ιανουαρίου 1964 υπό την προεδρία του Διγενή συνέδριο, στο οποίο έλαβαν μέρος ηγετικά στελέχη της ΕΟΚΑ και αντιπροσωπευτικοί παράγοντες του Κυπριακού Ελληνισμού. Το Συνέδριο κατέληξε στις εξής τρεις σημαντικές αποφάσεις:
1. Επίτευξη εθνικής ομοψυχίας, για να αντιμετωπιστεί ο τουρκικός κίνδυνος,
2. Αποστολή στην Κύπρο Ελληνικού στρατού
3. Κάθοδος στην Κύπρο του Διγενή και ανάληψη ρόλου στην άμυνα της ελληνικής μεγαλονήσου.

Στις 12 Ιουνίου 1964 ο Διγενής φθάνει στην Κύπρο και αναλαμβάνει Αρχηγός της Ανωτάτης Στρατιωτικής Διοίκησης Αμύνης Κύπρου (Α.Σ.Δ.Α.Κ.), η οποία είχε δημιουργηθεί τότε. Από τη θέση αυτή ο Διγενής καταβάλλει τεράστιες προσπάθειες, για να οργανώσει την Εθνική Φρουρά και να την καταστήσει μια υπολογίσιμη και αξιόμαχη δύναμη.

Την εποχή εκείνη οι Τούρκοι επιχειρούσαν να δημιουργήσουν στρατιωτικό προγεφύρωμα στην περιοχή των Κοκκίνων, στη βορειοδυτική πλευρά της Κύπρου. Ο Διγενής αντιλαμβανόμενος τους κινδύνους που θα αντιμετώπιζε η Κύπρος, αν επιτύγχαναν οι Τουρκικοί σχεδιασμοί, διέταξε τις δυνάμεις της Εθνικής Φρουράς να ανατρέψουν το τουρκικό προγεφύρωμα στην περιοχή του Λωρόβουνου και των Κοκκίνων.

Ο Γρίβας με συνεχείς αναφορές στον ΄Ελληνα πρωθυπουργό Γεώργιο Παπανδρέου και τον Υπουργό Εθνικής Αμύνης Πέτρο Γαρουφαλιά τους πείθει να αποστείλουν στην Κύπρο μια ελληνική μεραρχία και να ενταχθεί η Μεγαλόνησος στον ενιαίο αμυντικό χώρο Κύπρου – Ελλάδας. Το αμυντικό δόγμα του Διγενή αυτή την περίοδο εκφράζεται μέσα από το σύνθημα «ο εχθρός να μείνει στη θάλασσα”.

Στις 21 Απριλίου 1967 στην Ελλάδα, μετά από στρατιωτικό πραξικόπημα, την εξουσία καταλαμβάνει ο στρατός. Η εξέλιξη αυτή θα αποβεί επικίνδυνη για την Ελλάδα και καταστροφική για την Κύπρο. Στην Κύπρο οι Τούρκοι αποθρασύνονται και επιδιώκουν να προκαλέσουν όξυνση. Αποκορύφωμα των προκλήσεων ήταν η προσπάθειά τους, το φθινόπωρο του 1967, να αδρανοποιήσουν τη διακίνηση στον δρόμο Λευκωσίας-Λεμεσού κοντά στα χωριά Κοφίνου και Μαρί. Το στρατιωτικό καθεστώς των Αθηνών και η Κυπριακή Κυβέρνηση, παρά τις αντιρρήσεις του Στρατηγού Διγενή, αποφάσισαν να κτυπήσουν τα τουρκικά φυλάκια. ΄Ετσι, ο Διγενής αναγκάζεται να κτυπήσει τις τουρκικές θέσεις και να διαλύσει τα τουρκικά φυλάκια. Η Τουρκία αντιδρά και με τελεσιγραφικό τρόπο αξιώνει από τις Κυβερνήσεις Αθηνών και Λευκωσίας να αποσύρουν από το νησί την Ελληνική Μεραρχία. Επίσης, οι Τούρκοι θα ζητήσουν και θα πετύχουν την απομάκρυνση του Διγενή από την Κύπρο. Με την αποχώρηση της Μεραρχίας από το νησί η Κύπρος απογυμνώνεται αμυντικά και διευκολύνεται η επίτευξη των τουρκικών επεκτατικών σχεδίων σε βάρος της Κύπρου.

Ο Διγενής επιστρέφει στην Αθήνα και ουσιαστικά τίθεται από το Στρατιωτικό Καθεστώς υπό παρακολούθηση και περιορισμό στο σπίτι του στο Χαλάνδρι.

Οι κίνδυνοι για το μέλλον της Κύπρου είναι εμφανείς. Η Ελληνική Χούντα, δια του Υπουργού Εξωτερικών Ξανθοπούλου/Παλαμά είχε διαβουλεύσεις με την Τουρκία στη Λισσαβόνα, τον Απρίλιο του 1971, και από τις πληροφορίες που υπήρχαν τότε προδιαγραφόταν απαράδεκτη λύση για το Κυπριακό. Παράλληλα οι σχέσεις των Κυβερνήσεων Ελλάδας και Κύπρου βρίσκονταν σε ένταση. Οι πληροφορίες αυτές ανησυχούν τον Διγενή, ο οποίος νιώθει την ανάγκη να αντιδράσει. Έτσι, την 1η Σεπτεμβρίου 1971 ο Διγενής έφθασε μυστικά στην Κύπρο, διαφεύγοντας από την επιτήρηση της Χούντας. Στην Κύπρο ο Διγενής ίδρυσε την ΕΟΚΑ Β΄.

Στις 25 Μαρτίου1972 είχε συνάντηση με τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, στην οποία, σε πνεύμα κατανόησης, κατέληξαν σε κάποιες συμφωνίες. Δυστυχώς, όμως, δεν προχώρησε η υλοποίηση των συμφωνηθέντων και τα γεγονότα οδήγησαν σε μια μετωπική σύγκρουση των δύο ιστορικών ηγετών. Η Κύπρος μπήκε στη δίνη μιας εμφύλιας διαμάχης με πράξεις βίας και αντιβίας, με ανατινάξεις Αστυνομικών Σταθμών και αυτοκινήτων.

Μέσα σε αυτό το κλίμα ο Διγενής εξαντλημένος και ταλαιπωρημένος απεβίωσε στο κρησφύγετό του στη Λεμεσό στις 27 Ιανουαρίου 1974. Τάφηκε στην αυλή του σπιτιού που ήταν το κρησφύγετό του. Στην κηδεία του Αρχηγού της ΕΟΚΑ παρέστησαν χιλιάδες πρόσωπα.

Η Βουλή των Αντιπροσώπων, σε ειδική συνεδρία της στις 31 Ιανουαρίου 1974, ανακήρυξε τον Διγενή «άξιον τέκνον της Κύπρου διά τας εξαιρέτους υπηρεσίας τας οποίας προσέφερε προς την ιδιαιτέραν του Πατρίδα», ενώ η Ακαδημία Αθηνών απέδωσε τις οφειλόμενες τιμές.

ΠΗΓΗ: ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΜΝΗΜΗΣ ΑΓΩΝΟΣ ΕΟΚΑ

Leave a comment