Αρθρογραφία μελών και φίλων
Μια βόλτα στους δρόμους μιας οποιασδήποτε ευρωπαϊκής πόλης –και όχι μόνο– θα το επιβεβαιώσει. Ο Έλληνας, όπου και αν πάει, επιβιώνει. Μόνο η πατρίδα του πάντα του γυρνά την πλάτη. Μόνο αυτό μπορώ να σκεφτώ και σ’ αυτό το συμπέρασμα καταλήγω μετά από κάθε συζήτηση. Σ’ όλα τα πόστα, όσο δύσκολα ή εύκολα και αν φαίνονται, από ένα απλό εστιατόριο μέχρι το γραφείο ενός ψυχολόγου ή τα γραφεία μιας εργοληπτικής εταιρείας, κάποιο όνομα θα σου θυμίσει πως το έθνος μας είναι διάσπαρτο σ’ όλον τον κόσμο. Και επιβιώνει.
Και η μάνα σε πλήρη αντίθεση. Η μητρόπολη, η βάση. Εκεί όπου γεννήθηκε και μεγαλούργησε η Δημοκρατία, ο πολιτισμός. Σε Ελλάδα και Κύπρο, ένα απίστευτο κλίμα απαισιοδοξίας έχει κατακλύσει κάθε σπίτι, κάθε άνθρωπο· και όχι άδικα. Οι συζητήσεις, πραγματικά, μόνο κλίμα απαισιοδοξίας μπορούν να σου δημιουργήσουν. Τι θα γίνει αύριο; Πού θα καταλήξουμε; Πώς φθάσαμε μέχρι εδώ; Δεν πρόκειται να αφιερώσω χρόνο για να σχολιάσω το πώς φθάσαμε μέχρι εδώ. Υπάρχουν χιλιάδες αναλύσεις από τους πιο ειδικούς για το πώς έχουμε φθάσει στο σήμερα. Εγώ θα μιλήσω για το τώρα και το μετά.
Υπάρχει ένα ρητό στον στρατό που λέει «Άκου – Βλέπε – Σιώπα». Κρατείστε τα πρώτα δύο και προσθέστε το «ούρλιαξε» στο τέλος. Μην τους αφήσετε από δω και πέρα να μας καταστρέψουν περισσότερο. Μας έχουν φέρει στο τέλμα, στο τέλος, στην καταστροφή. Κάπου εδώ βάλτε μια τελεία. Πρέπει εμείς, πλέον, η γενιά των νέων, αυτών που μέχρι πρότινος ήταν για τα πανηγύρια (κατά κάποιους – και, ας το παραδεχθούμε, όχι και τόσο άδικα), να δείξουμε πως τους έχουμε γυρίσει την πλάτη. Μην τους πιστεύετε. Θέλετε κι άλλα έργα τους; Κι άλλες κατεστραμμένες υποσχέσεις; Ήρθε ο καιρός να αντιδράσουμε. Δυστυχώς αρκετά μίλησαν και, ακόμη χειρότερα, αρκετά έπραξαν. Πρέπει, όμως, και εμείς, σαν νεολαία, να αποτάξουμε τις ιερές αγελάδες με τις οποίες μεγαλώσαμε, τις οποίες μας παρέδωσαν για να πιστεύουμε σαν θρησκεία, τον νεοπλουτισμό και την καλοπέραση που μας έχει καταστρέψει.
Δεν ανήκω σ’ αυτούς που «περνάνε καλά» ούτε σ’ αυτούς που κάηκαν. Η μοιρολατρία δεν αποτελεί, όμως, επιλογή. Είτε θα ορθώσουμε ανάστημα είτε θα ζήσουμε σε μια κοινωνία που ποτέ δεν νοιάστηκε για εμάς, αλλά ούτε και εμείς κάναμε προσπάθεια να την αλλάξουμε. Δεν έχουμε να χάσουμε κάτι. Αντίθετα, έχουμε μόνο να κερδίσουμε. Αναιρέστε το παλιό. Όλους αυτούς που σε λιμουζίνες, πολυθρόνες και με ακριβά κουστούμια μάς λένε πως θα ανακάμψουμε. Άνθρωποι που σε γονάτισαν ποτέ μην ελπίζεις να σε σηκώσουν πάλι. Το μόνο που θα πράξουν είναι να σκύψουν για να δουν αν ανασαίνεις. Γιατί όσο ανασαίνεις, μπορούν να σε υποδουλώνουν. Όταν ο Καζαντζάκης έλεγε, «Ν’ αγαπάς την ευθύνη, να λες εγώ, εγώ μονάχος μου θα σώσω τον κόσμο. Αν χαθεί, εγώ θα φταίω», δεν ήταν περίεργος ούτε ονειροπόλος! Έλεγε αυτό που θα έπρεπε από καιρό να είχαμε κάνει. Να πάρουμε τη ζωή μας στα χέρια μας. Και όταν γίνει αυτό, πλέον κύριοι του εαυτού μας θα πορευτούμε. Και αν ο δρόμος μάς οδηγήσει στην πτώση, τότε τουλάχιστον θα έχουμε κάνει κάτι μόνοι μας. Η ιστορία μιας ένδοξης πατρίδας, ενός λαού εργατικού, του φιλότιμου και της αξιοπρέπειας, ας γίνει για μας φάρος και ταυτόχρονα ερινύες που θα μας θυμίζουν πως πρέπει να πάρουμε τη ζωή μας στα χέρια μας!
Μην περιμένεις άλλος να αρπάξει το τιμόνι. Γίνε οδηγός της δικής σου πορείας. Και πάρε όσους περισσότερους μπορείς μαζί σου. Γιατί αν βουλιάξει η κοινωνία, μην ξεχνάς πως είσαι κομμάτι της. Και θα χαθείς μαζί της! Και αν όλα αυτά φαντάζουν ουτοπίες και όνειρα θερινής νυκτός, κοίτα γύρω σου και συνειδητοποίησε πως ο δρόμος αυτός είναι μονόδρομος!
Γιώργος Γεωργίου
Μεταπτυχιακός Φοιτητής Ψυχολογίας