Σαν σήμερα, 02 Σεπτεμβρίου 1958, στο Λιοπέτρι Αμμοχώστου ο Οδυσσέας Ανδρούτσος και τα παλικάρια του έμελλε να γεννηθούν ξανά στο κυπριακό “Χάνι της Γραβιάς”. Σ’ έναν αχυρώνα, έναν ταπεινό αχυρώνα, που έμεινε τελικά στην ιστορία, τέσσερεις αγωνιστές “έπεφταν” στ’ όνομα της Ελλάδας διάτρητοι από σφαίρες.
Πίττας, Κάρυος, Σαμάρας, Παπακυριακού…
Πάλι, όπως το ‘χουμε συνήθιο στην ελληνική ιστορία, λίγοι εναντίον πολλών, λεύτεροι εναντίον ανδραπόδων. Που προσπάθησαν, καθώς προσπαθούσαν όποτε τα έβρισκαν δύσκολα, να τους κάψουν ζωντανούς μέσα στον αχυρώνα, πρώτα με βενζίνη, μετά με εμπρηστικές βόμβες.
Πού να ξέρουν ότι η ψυχή δεν καίγεται; Σάμπως είχαν αυτοί πρόγονο κανένα Πλάτωνα να τους μιλά για την αθανασία της ψυχής αλλά και την αθανασία των ιδεών και να γαλουχούνται με την ιδέα αυτή γενιές και γενιές Ελλήνων για 2.500 χρόνια; Γιατί να φοβηθούν λοιπόν τα παλικάρια μας τη φωτιά; Το μόνο που θα κατάφερνε θα ήταν ν’ ανάψει άλλες τέσσερεις λαμπάδες στο τάμα του ελληνισμού της Κύπρου, τάμα που έκαναν γενιές ολόκληρες. Ας γίνονταν πιο πολλές οι λαμπάδες. Όσο πιο πολλές, τόσο περισσότερο το φως.
Σάμπως και γνώριζαν οι Άγγλοι από φως. Είχαν αυτοί κανέναν Ελύτη να τους εξηγήσει τι είναι η πραγματική ουσία, η πραγματική έννοια του φωτός και του Ήλιου;
Εμείς που ξέρουμε όμως, ας κρατήσουμε το φως του Αχυρώνα να μας φωτίζει στα δύσκολα τούτα χρόνια που ξεστρατίσαμε και να μας βάλει πάλι στον δρόμο τον ωραίο, στον δρόμο του αγώνα, στον δρόμο της Ελλάδας…
“…και γίνονται λαμπάδες στης Κύπρου την Ανάσταση, στο Πάσχα της Ελλάδας…”